Δευτέρα 1 Απριλίου 2013

ΘΑ ΠΕΙΣ ΤΟ ΚΥΜΙΝΟ, ΚΙΝΙΝΟ!!!


Όταν ήμουν μικρή (μιλάμε για προσχολική ηλικία, άντε και αρχές δημοτικού – μη με περάσετε και για καμία αστοιχείωτη!) μπέρδευα πάντα το κύμινο με το κινίνο (όχι ως συστατικά όταν έπαιζα με τα κουζινικά μου - δεν ήμουν δα και η κόρη της Vanda, αλλά ως λέξεις / έννοιες). Οι ομοιότητες τους, τόσο ηχητικά, όσο και στο γεγονός ότι και τα δύο ήταν είδη προς κατανάλωση (λέμε τώρα) γίνονταν ένα στο παιδικό μου μυαλό…

Σιγά σιγά ξεθόλωσε το τοπίο (του μυαλού μου – η θολούρα του μέλλοντος αργούσε ακόμη) και συνειδητοποίησα ότι το κύμινο ήταν μπαχαρικό που το έβαζε η μάνα μου στα σουτζουκάκια (άσχετο, αλλά ποτέ δεν κατάλαβα και, κυρίως, δεν έμαθα γιατί λέμε τη φράση «Μέχρι να πεις κύμινο!» - γιατί δε λέμε δηλαδή «Μέχρι να πεις πιπέρι» ή αλάτι ή κάτι άλλο τέλος πάντων που το χρησιμοποιούμε πιο συχνά – απορία που παραμένει μέχρι σήμερα, παρά τις προσπάθειές μου να βρω απάντηση στο internet, οπότε αν γνωρίζει κάποιος, ας με διαφωτίσει παρακαλώ – κάτι με Τουρκία μάλλον παίζει, αλλά τί;).

Όσον αφορά στο κινίνο, η απάντηση ήρθε από την Κατερίνα Χέλμη στα «Κόκκινα Φανάρια» που φώναζε στον κωλοπαιδαρά «Μη με αφήνεις, θα φαρμακωθώωω!!!» (ή απλώς έτσι θέλω να θυμάμαι, διότι είμαι σίγουρη ότι δεν ανέφερε με τι θα φαρμακωθεί). Για κάποιο λόγο είχα μάθει (μάλλον με αφορμή την κυρία Χέλμη και την απελπισία της ή κάποια άλλη δυστυχή αυτόχειρα) ότι το κινίνο είναι φάρμακο / δηλητήριο (μετά ξεκίνησε μια άλλη σύγχυση με το κώνειο κι όλο αναρωτιόμουν αν ο Σωκράτης τελικά ήπιε κινίνο όπως η κυρία Κατερίνα, αλλά αυτό δε μας αφορά σε αυτή την αφήγηση).

Να μη σας τα πολυλογώ, κάποια στιγμή ξεκαθάρισαν τα πράγματα και «τοποθέτησα» μια για πάντα το κύμινο στο ράφι της κουζίνας και το κινίνο στα κλειδωμένα συρτάρια κάποιου φαρμακοτρίφτη (δε φταις εσύ, η φαντασία σου τα φταίει…). Για ευνόητους λόγους, οι συγκεκριμένες έννοιες και ουσίες δε με απασχόλησαν ιδιαίτερα (έως καθόλου) στην ενήλικη ζωή μου, αφού ούτε master chef είμαι (τα έχουμε ξαναπεί αυτά), ούτε χρειάστηκε να φαρμακώσω κανέναν (λέω «δε χρειάστηκε» για να διευκρινίσω ότι δεν το έκανα, αλλά όχι ότι δε μου πέρασε από το μυαλό σε στιγμές «εν εξάλλω»).

Όλα αυτά μέχρι τις αρχές του 2010 που ήρθα στο Μαρόκο και οι παιδικές μου μνήμες ξεπήδησαν μπροστά μου, αν όχι με την πρώτη μπουκιά, σίγουρα με κάποια από τις επόμενες… Διότι η αρχή και το τέλος της Μαροκινής Κουζίνας (και η μέση και όλα τα ενδιάμεσα επίπεδα) είναι το κύμινο!!! Χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι τα αλατοπίπερα δεν είναι σκέτα αλατοπίπερα, αλλά έχουν στάνταρ και μια τρίτη υποδοχή για το κύμινο (διότι αν δε σου φτάνει αυτό που ήδη υπάρχει σε όλα τα πιάτα ανεξαρτήτως, να μπορείς να προσθέσεις όσο θες ρε αδερφέ!!!).

Στην αρχή το βρίσκεις «εξωτικό», «χαρακτηριστικό της τοπικής κουζίνας», «ενδιαφέρουσα τσαχπινιά» και όλα αυτά τα χαριτωμένα που σκέφτεται κάθε νεοφερμένος σε πλήρη άγνοια. Πραγματικά, δεν είναι τόσο κακό, αρκεί να μην είναι σε απίστευτες ποσότητες (που πάντα είναι) και να μην υπερκαλύπτει όλες τις άλλες γεύσεις (που πάντα τις υπερκαλύπτει).

Σε δεύτερη φάση, λοιπόν, αναρωτιέσαι / ρωτάς γιατί υπάρχει παντού και πάντα (αφού μια χαρά άπειρα άλλα μπαχάρια υπάρχουν στις αγορές) για να πάρεις την απάντηση ότι το κύμινο λειτουργούσε παραδοσιακά ως «φάρμακο» (φάρμακο – φαρμάκι, σας λέει κάτι;;;), διότι παλιά («παλιά» το λέμε τώρα) λόγω ζέστης μπορεί το κρέας, κοτόπουλο κλπ. να μην ήταν και στην καλύτερη κατάσταση (παλιά, διότι τώρα είναι ΑΑΑ!!!), οπότε το κύμινο λειτουργούσε ως «ισορροπιστής» (με άλλα λόγια, ως πρόληψη κατά των στομαχικών διαταραχών / δηλητηριάσεων και όλων των συνεπειών τους). Got it? [κλείσιμο ματιού]

Καλώς. Δεν τρέχει τίποτα. Ούτως ή άλλως δεν τρώω και κάθε μέρα ala marocain, αφού δεν είμαι και πολύ φίλη του κουσκούς, ούτε των ταζίν (αυτά τα κάπως κωνικά σκεύη σαν γάστρες, όπου συνήθως φτιάχνουν αρνί ή κοτόπουλο με χουρμάδες, ξηρούς καρπούς, ελιές και άλλα αντιπαθητικά), ούτε της σάλτσας, ούτε της σαλάτας, ούτε γενικώς της «φορτωμένης» κουζίνας (εκτός αν είναι φορτωμένη με τυριά).

Έτσι, το φαγητό σε Μαροκινό εστιατόριο έγινε σταδιακά, και αποκλειστικά πλέον, μέρος του φολκλόρ προγράμματος σε επισκέπτες (συνάδελφους ή φίλους), άρα κάτι σπάνιο, εφόσον φίλοι δε με επισκέπτονται (θα το λέω σε κάθε ευκαιρία!), αλλά ούτε και πολλοί συνάδελφοι τελευταίως (αυτό δε μου επιτρέπεται να το σχολιάσω περαιτέρω, διότι τέτοια εποχή δεν κάνουμε αστεία με εργασιακά θέματα – θα επανέλθω σε καμιά 20αριά χρόνια, όπως κάνουν όλοι οι έξυπνοι «αναλυτές», οι άλλοι τρώνε απλώς τα μούτρα τους).

Παρόλα αυτά, υπάρχουν πάντα οι παγίδες.

Πας στην ψησταριά «της γειτονιάς», παραγγέλνεις τα «να-σου-τρέχουν-τα-σάλια» σουβλάκια συκώτι, τρως τις 2-3 πρώτες μπουκιές και λιγώνεσαι κι εκεί που βουτάς την τελευταία… Ω, πόση απογοήτευση!.. [κραυγή τύπου Καραμπέτη στη Μήδεια] Είναι τίγκα στο κύμινο!!! Όπως καταλαβαίνετε, το κύμινο στα ψητά στα κάρβουνα πάει όπου τύχει (όπως το πιπέρι συχνότερα και το αλάτι ενίοτε όταν ψήνει ο θειος μου στο χωριό) οπότε, αν δε θυμηθείς να τους πεις να μη βάλουν, παίρνεις τα ρίσκα σου (ή μήπως το αντίθετο;;;).

Πρόσφατα, στα πλαίσια ενός σεμιναρίου σε σούπερ ξενοδοχείο της πόλης, το πρόγραμμα περιελάμβανε μεσημεριανό (lunch break, ρε παιδί μου, πώς το λένε!!!) σε στυλ μπουφέ. Πάω χαλαρή κι ανέμελη, προσπερνάω όλη την ουρά μπροστά στα αδιάφορα σαλατικά (αυτό είναι τρελό αβαντάζ να ξέρετε!!!) και περνάω στα κυρίως, όπου μεταξύ άλλων «παίζουν» φακές ala marocain. Ε, μια που περνάω τη φάση «φακές – φακές – φακές», μια που δεν τρώω γενικώς το μεσημέρι για να μη βαρύνω και δεν μπορώ να δουλέψω μετά, άλλη μια που όλα τα υπόλοιπα ήταν φουλ στο λαχανικό και στις σάλτσες, έβαλα λίγες φακές και κατιτίς άλλο που δε θυμάμαι (δε θα είχε κύμινο, γι’ αυτό!!!) και κάθισα να φάω.

Λοιπόν, τί να έτρωγα χαρτί με κύμινο, τί να έτρωγα σκέτο κύμινο, τί που έτρωγα φακές με κύμινο, το ίδιο και το αυτό. Το κύμινο, όχι μόνο έδινε τη μυρωδιά του στο πιάτο, αλλά είχε ισοπεδώσει όλα τα υπόλοιπα συστατικά (τα πάντα όλα!!!). Άσε που άφησε αυτή την έντονη γεύση που σου κάνει το στόμα «φαρμάκι» που λέει κι η γιαγιά μου!!! Βαράει καμπανάκι;;; Σε εμένα πάντως, αυτή την τελευταία φορά, βάρεσε. «Τί κύμινο, τί κινίνο!» μονολόγησα και μου ήρθε στο μυαλό η Ρ. να στραβομουτσουνιάζει λέγοντας «Τί περίμενες μάνα μου; Τόσο καιρό δεν το έμαθες ακόμη; Κύμινο, κύμινο, κύμινο παντού.
Αί(εεε)σχος!!!».

…………………………………………………

Πριν μια εβδομάδα η Ρ. γύρισε στα πάτρια εδάφη για τα καλά (και με άφησε με τον «αρραβωνιάρη» στην είσοδο και τον Μr. Wolf στο γραφείο – ουδέν σχόλιον για τον δεύτερο, διότι είναι Έλλην και έχει και βαρύ χέρι, μεταξύ άλλων) κι έτσι όπως γράφω μου έρχεται να την πάρω τηλέφωνο (στο Skype για να έχει και εικόνα), να σταθώ με μια χούφτα κύμινο στο χέρι και να της φωνάξω σαν μια άλλη Κατερίνα: «Ρ. γιατί έφυγες;;; Ρ. μην το κάνεις αυτό!!! Ρ. γύρνα πίσω, μη με αφήνεις!!! Ρ. Ακούς;;;
Θα φαρμακωθώωωωω!!!!!!!!».

2 σχόλια:

  1. μην ξεχνάς τα αυγά μάτια με κύμινο...

    επίσης σου στέλνω μια δική μου παρέμβαση... με τα μάτια του επισκέπτη να την αναρτήσεις αν θες!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Θα την αναρτήσω όπως και δήποτε!!!!!!
    ΤΗΑΝΧΧΧ ΒΑΒΥ!!!
    Πέθανα στο γέλιο πρωί πρωί...
    Ναι, ρεεεεεε τα αυγά τα είχα ξεχάσει!!!
    ΣΩΣΤΟΣ!!!
    Επανέρχομαι ASAP.
    Φιλούμπες...

    ΑπάντησηΔιαγραφή